- χωλαίνω
- (αόρ. εχώλανα) 1. μετ. калечить; делать хромым;2. αμετ. 1) хромать, прихрамывать; 2) перен. хромать, плохо идти (о делах и т. п.)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
χωλαίνω — to be pres subj act 1st sg χωλαίνω to be pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνω — βλ. πίν. 44 (μόνο στον ενεστ. και παρατατ.) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
χωλαίνω — ΝΜΑ [χωλός] 1. (μτβ.) προκαλώ χωλότητα σε κάποιον, κάνω κάποιον κουτσό 2. (αμτβ.) α) είμαι κουτσός β) κουτσαίνω, δεν μπορώ να περπατήσω κανονικά (α. «με ἐν υπόδημα, χωλαίνων και πατών επί ακανθών», Παπαδ. β. «τοὺς χωλαίνοντας ὄνους», Γεωπ. γ.… … Dictionary of Greek
χωλαίνω — χώλανα 1. κάνω κάποιον κουτσό. 2. είμαι κουτσός, κουτσαίνω: Χωλαίνει στο αριστερό του πόδι. 3. δε λειτουργώ κανονικά: Κάτι χωλαίνει σ αυτή την υπηρεσία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χωλαίνῃ — χωλαίνω to be pres subj mp 2nd sg χωλαίνω to be pres ind mp 2nd sg χωλαίνω to be pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνει — χωλαίνω to be pres ind mp 2nd sg χωλαίνω to be pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνοντα — χωλαίνω to be pres part act neut nom/voc/acc pl χωλαίνω to be pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνοντι — χωλαίνω to be pres part act masc/neut dat sg χωλαίνω to be pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνουσιν — χωλαίνω to be pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) χωλαίνω to be pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνειν — χωλαίνω to be pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωλαίνεις — χωλαίνω to be pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)